Wine Bars – Μόδα ή ανάγκη;
Είναι λογικό πως κάθε εποχή όχι μόνο επηρεάζει, αλλά καθορίζει άμεσα τους τρόπους και την αγοραστική μας διάθεση. Έτσι μέσα σε μία εποχή έντονου οικονομικού παροξυσμού, δεν μπορεί παρά να καθορίζεται και η καταναλωτική μας διάθεση και η αγοραστική μας συμπεριφορά σε ό,τι αφορά το κρασί.
Σε σχέση με τον οίνο λοιπόν, είναι πλέον σίγουρο και αποδεδειγμένο ότι στην Ελλάδα λειτουργούν δύο αντανακλαστικές τάσεις: η πρώτη, μέσα σε πλαίσιο «φτώχειας» και αίσθησης λιτότητας, είναι η απευθείας προτίμηση προς το χύμα κρασί, την οποία με κατάπληξη συναντάς ακόμα και σε κατά παράδοση πολυτελή ρεστοράν. Από την άλλη, σε εποχές ευμάρειας μπορεί να παρατηρήσεις την αγορά μίας ακριβής φιάλης κρασιού, ακόμα και αν πρόκειται για τη κατανάλωση ενός και μόνο ποτηριού. Κραυγαλέο παράδειγμα του στίγματος της αφθονίας αποτελεί το άνοιγμα σαμπάνιας για λούσιμο και όχι για κατάποση που όλοι λίγο ή πολύ έχει τύχει να δούμε μπροστά μας.
Διακρίνουμε συνεπώς πως η καταναλωτική οινο-συμπεριφορά είναι αναλογική της αίσθησης της «πενίας» ή της «ευμάρειας» που βιώνουμε, και η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί έως και παράδοξη. Υπάρχει όμως μέση οδός; Μπορεί να ισχύει το «παν μέτρον άριστον» στη περίπτωση του κρασιού;
Η απάντηση είναι σαφής. Ναι, υπάρχει σωστή προσέγγιση στην κατανάλωση του οίνου και η οποία θα ήταν λειτουργικό και φρόνιμο να ακολουθείται ανεξαρτήτως εποχής. Τα Wine Bars! Η σκέψη αυτή είναι βασισμένη σε δύο παράγοντες: αυτόν της καλής οικονομικής διαχείρισης και δεύτερον της εκμάθησης του οίνου, παράγοντες οι οποίοι συναθροίζουν σε έναν σωστό-άνευ οικονομικών ενοχών- τρόπο αναψυχής, προκειμένου να ξεφύγουμε από εκείνον τον κλασσικό τρόπο διασκέδασης, όπου ουσιαστικά «στηνόμαστε» για να γλεντήσουμε, αλλά δεν άγουμε την ψυχή μας (δεν ψυχαγωγούμαστε).
Στο δια ταύτα λοιπόν, ένα ποτήρι κρασί, από μία επιλογή ποιοτικών εμφιαλωμένων κρασιών, προσφέρει καταρχήν τη δυνατότητα να ελέγξει κάποιος το πόσο θα ξοδέψει ανάλογα με το δυναμικό της τσέπης του, ενώ ταυτόχρονα δεν δεσμεύεται από τη αγορά ολόκληρης της φιάλης και μπορεί να αλλάξει κρασί, να δοκιμάσει μία άλλη ποικιλία, έναν άλλο παραγωγό, να γευτεί κρασί από τη Νεμέα ή και τη Δράμα και αμέσως μετά από τη Χιλή και από τη Καλιφόρνια. Εν μέσω της κρίσης λοιπόν, μπορεί κάποιος με το οικονομικό δίχτυ ασφαλείας του ενός ποτηριού να δοκιμάσει, να μάθει και να εκπαιδεύσει τη γευστική του παλέτα επάνω στο κρασί.
Αυτές ακριβώς τις ανάγκες ήρθαν να καλύψουν τα Wine Bars, τα οποία ενώ δεν ευδοκίμησαν στα χρόνια ευμάρειας, τώρα έχουν γεμίσει την Αθήνα και όχι μόνο.
Είτε πρόκειται για φαινόμενο μόδας, είτε πρόκειται για ανάγκη, τα wine bars έχουν γίνει “must” στη διασκέδαση, με διαφορετικό ύφος στην αισθητική τους, κάποια με απόλυτο σεβασμό προς το κρασί, άλλα με αποκλειστικά Ελληνικό αμπελώνα και Ελληνικές ποικιλίες, άλλα που δεν επιτρέπεται το κάπνισμα και άλλα που γίνεται κατάχρηση αυτής της ελευθερίας, κάποια με απαλή ρυθμική μουσική και κάποια άλλα με λαϊκή μουσική. Όπως και να έχει, τα wine bars αποτελούν δίοδο για εκπαίδευση και εις βάθος μάθηση του οίνου, ανοίγουν έναν νέο κοινό καταναλωτών εμφιαλωμένου κρασιού και προσφέρουν την ευκαιρία στους οινόφιλους να γνωρίσουν καλύτερα, όχι μόνο τον Ελληνικό αμπελώνα αλλά και τον διεθνή.