ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ROLLER COASTER ΤΗΣ ΝΕΜΕΑΣ

Ο Σίμος Γεωργόπουλος ανεβοκατεβαίνει την Νεμέα μετατρέποντας τις Μεγάλες Μέρες της σε ένα οινικό Roller Coaster.

Οι Αρχαίες Κλεωνές ήταν ένα καλό μέρος εκκίνησης για μια μεγάλη ποδηλατική βόλτα κατά τη διάρκεια των Μεγάλων Ημερών της Νεμέας. Όντας το πλησιέστερο προς την Αθήνα άκρο της ζώνης σε βάζει αμέσως σε οινικό mood, ενώ επιτρέπει και ένα καλό ζέσταμα για την ανάβαση στο Κούτσι.
Φρέσκος και διψασμένος για κρασί καταβρόχθισα εύκολα τα 5 ανηφορικά χιλιόμετρα μέχρι το οινοποιείο της Γαίας που βρίσκεται στην πιο ξακουστή υποζώνη της . Αν και κάποιοι είχαν ήδη σιγουρέψει την χρονιά τρυγώντας τα (προφανώς) όχι τέλεια ωριμασμένα σταφύλια, κάποιοι άλλοι θα περιμένουν αρκετά ρισκάροντας για κάθε στάλα αρωμάτων, αλκοόλ και ανθοκυανών σε ένα πόκερ με τον διάβολο που έχει σαν έπαθλο το τέλειο τσαμπί.
Το ότι έφτασα άνετα στη Γαία δεν σημαίνει ότι δεν έφθασα και στάζοντας, οπότε δεν ξέρω αν η υφάλμυρη γεύση του υπέροχα καπνιστού Θαλασσίτη Βαρέλι οφείλεται στο terroir της Σαντορίνης ή στον ιδρώτα που έτρεχε ποτάμι στο ποτήρι! Όμως εδώ βρισκόμουνα στην Νεμέα, οπότε τα σκήπτρα πήραν τα κόκκινα. Η μη ενθουσιώδης άποψη που έχω για το Αγιωργίτικο και το Κτήμα Γαίας δεν άλλαξε δοκιμάζοντας τις εσοδείες του ’13 και του ’10 αντίστοιχα.
Αντίθετα ο Νότιος 2013 και το S 2012 με κέρδισαν για μια ακόμα φορά, ο πρώτος για το υπέροχο κερασένιο flavor και την δροσιά του και το δεύτερο για τον δύσκολο και άκρως σοφιστικέ χαρακτήρα του που απαιτεί την απόλυτη προσήλωση και ένα στενό, ψηλό ποτήρι (επ’ ουδενί balloon!) για να αποκαλύψει κάθε πτυχή της πολυπλοκότητάς του.
Λίγη ζάχαρη είναι πάντα ευπρόσδεκτη, ιδιαίτερα όταν προέρχεται από ένα φανταστικό επιδόρπιο κρασί. Ο χρόνος έχει απαλλάξει τον Ανατολικό του ’04 από τον αλκοολικό του χαρακτήρα και του έχει προσδώσει βελούδινη υφή, αρώματα σύκου και σταφίδας και υποδειγματική ισορροπία.
Η απόφαση να εξερευνήσω τα ορεινά αμπελοτόπια της Δάφνης, του Καστρακίου και του Ασπρόκαμπου με αποζημίωσε με το παραπάνω. Γιατί παρόλη την ανηφόρα των 13 χιλιομέτρων με τις απάνθρωπες κλίσεις που έφθαναν και το 20%, μου προσέφερε φοβερή θέα, μηδαμινή κίνηση και μια φυσική ηρεμία άγνωστη στην “mainstream” Νεμέα. Επιπρόσθετα μου εξήγησε γιατί τα cool climate ροζέ και ερυθρά προέρχονται από εδώ, αφού η πτώση της θερμοκρασίας σε σχέση με τον κάμπο ήταν εντυπωσιακή.
Με μόνο θόρυβο αυτόν της βαριάς μου ανάσας, έφτασα στο μικρό οινοποιείο της οικογένειας Πυργάκη. Παρόλο που κανείς είναι δύσκολο να παρακολουθήσει τις αλλαγές στην γκάμα, τις ποικιλιακές συνθέσεις και την οινολογική διάθεση του Κώστα, δεν μπορεί να προσπεράσει αδιάφορα τα κρασιά του. Βασισμένα στην χαρισματική πρώτη ύλη που επί το πλείστον προέρχεται από τον -τέλεια φροντισμένο από τον πατέρα του-αμπελώνα των 120 στρεμμάτων, διαθέτουν δύναμη και εντάσεις on steroids.
To νόστιμο (και ελκυστικότατο στην τιμή) White Grapes 2013 το αποδεικνύει, ενώ το ίδιο κάνει και ένα Syrah που προέρχεται από τα 1050 μέτρα και το οποίο δοκίμασα από την δεξαμενή. Ένα τέρας με αλκοόλη και οξύτητα στα κόκκινα, που ετοιμάζεται για να μπει στο βαρέλι για να χαλιναγωγηθεί ο ατίθασος χαρακτήρα του. Στην δεξαμενή βρίσκεται και το συγκλονιστικό Petit Verdot της ίδιας χρονιάς (2013) που ελπίζω να μην νοιώσει ποτέ τα χάδια της δρυός. Και αυτό γιατί θέλω να συνεχίσω να μαγεύομαι από το ατόφιο άρωμα της βιολέτας και του λίλιουμ αλλά και την φινετσάτη δροσιά του.
Τα βαριά σύννεφα με κάνουν να ρισκάρω στην κατάβαση προς τα Αηδόνια και να μην απολαύσω όπως θα ήθελα την πανοραμική θέα προς τον κάμπο. Η θερμοκρασία έχει ήδη ανέβει επικίνδυνα, όχι μόνο επειδή βρίσκομαι πλέον στα 350 μέτρα αλλά επειδή φθάνω στο Πετρί και το οινοποιείο του εκρηκτικού Χρήστου Αϊβαλή.
Κρίνοντας από τον κόσμο που καταφθάνει στο ταπεινό οινοποιείο του, νομίζω ότι ο θερμόαιμος παραγωγός δικαιώνεται πλέον για τον 15χρονο αγώνα του. Η υπέροχη Νεμέα του 2012 μου φάνηκε ότι εξελίχτηκε λίγο γρήγορα στην μύτη, όμως αυτό δεν είναι ικανό να μου αλλάξει την άποψη ότι ο Χρήστος ξεκινά από εκεί που οι άλλοι σταματούν. Η εσοδεία του 13 αν και βρίσκεται ακόμα στο βαρέλι εμφανίζεται σαρκώδης και πληθωρική, ενώ τα Μονοπάτια του ’12 και του ’13 δίνουν μαθήματα συμπύκνωσης, ισχυρής δομής και γευστικού μάκρους, εξωθώντας τις “blockbuster” ικανότητες του Αγιωργίτικου σε πρωτόγνωρα επίπεδα.
Αν πάντως κανείς θέλει ένα παντοδύναμο λευκό ταίρι τους, το full bodied ξηροκαρπάτο Chardonnay με το λιβανάτο άρωμα θα ανοίξει ακόμα περισσότερο την κάνουλα του χείμαρρου Αϊβαλή!
Όμως τα ανηφοροκατηφοράκια μέχρι το σημείο της αφετηρίας της περιήγησής μου με φέρνουν από το ορμητικό ποτάμι στο κελαριστό ρυάκι, το οινοποιείο της οικογένειας Λαυκιώτη. Παρόλο που τα κρασιά της σπανίως καταφέρνουν να εντυπωσιάσουν αποφεύγουν ταυτόχρονα και να απογοητεύσουν, στοιχείο που μαζί με την αξιοσημείωτη σταθερότητα τους τα καθιστούν μια ασφαλή πονταρισιά στο Στοίχημα της Νεμέας.
Ο γεμάτος κίτρινα και τροπικά φρούτα ισορροπημένος Νήνεμος είναι ένα τυπικό δείγμα της “κατά Λαυκιώτη ηρεμίας”. Το ίδιο και το στρόγγυλο, μαλακό Ροζέ αλλά και η πιπεράτη, ακόμα στιβαρή Νεμέα του 2010. Πιο άγριο και αυστηρό πάντως το Αγιώνυμο της ίδιας χρονιάς, ένα κρασί παλαίωσης αποκλειστικά από το Κούτσι που σίγουρα θα ανταμείψει όποιον το φυλάξει για 3-4 ακόμα χρόνια στο κελάρι του.
Η σύντομη μπόρα που έλαβε χώρα κατά την διάρκεια της δοκιμής μου σταμάτησε πριν πάρω το δρόμο του γυρισμού. Δεν ξέρω αν οι Ημέρες της Νεμέας ήταν Μεγάλες, σίγουρα όμως με τα τοπία, τα αρώματα και τις γεύσεις των κρασιών της ήταν πολύχρωμες. Όπως το ουράνιο τόξο που διακοσμούσε τον συννεφιασμένο ουρανό και με αποχαιρετούσε, ανανεώνοντας το ραντεβού για το 2015…